10/5/10

Ιστορία του Jeep

Από το 1942, κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και πριν τελειώσουν οι στρατιωτικές επιχειρήσεις της Αμερικής στον Ειρηνικό, μία αμερικάνικη εταιρεία η Willys-Overland διαπίστωσε ότι τα δημοφιλή οχήματα με τα οποία εφοδίαζε τον αμερικανικό στρατό, θα μπορούσαν κάλλιστα να αρχίσουν να διατίθενται και στην αγορά ως επαγγελματικά κυρίως αυτοκίνητα, με προορισμό να χρησιμοποιηθούν σε αντίξοες συνθήκες όπου ένα “κανονικό” πολιτικό αυτοκίνητο δεν θα μπορούσε να επιβιώσει.

Η φράση “το τζιπ στην πόλη” ("the Jeep in Civvies") εμφανίστηκε αρκετές φορές στο περιοδικό που εξέδιδε η εταιρεία Willys-Overland καθώς και σε διαφημίσεις σε διάφορες εφημερίδες, κυρίως μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Οι διαφημίσεις αυτές καθώς και άλλες που ακολούθησαν, εξυμνούσαν τα κατορθώματα του πρωτότυπου αυτού αυτοκινήτου στα δύσβατα εδάφη, τις αφιλόξενες ζούγκλες και τις ερήμους με τις ακραίες συνθήκες, το “φυσικό” δηλαδή περιβάλλον του τζιπ !

Προπομπός της εξέλιξης του αυτοκινήτου, οι διαφημίσεις αυτές όχι μόνο εξήραν τη δύναμη και την αντοχή του οχήματος, αλλά υπόσχονταν περαιτέρω εξέλιξη και βελτίωση του αυτοκινήτου στα επόμενα χρόνια ώστε να βρει περιθώρια χρήσης και σε άλλους τομείς.

Η Willys άρχισε να τονίζει μέσω της διαφημιστικής της καμπάνιας την υπεροχή του τζιπ σαν ελαφρύ μέσο μεταφοράς εμπορευμάτων, εργαλείο δουλειάς γενικότερα αλλά και σαν μέσω ψυχαγωγίας. Έτσι, ο κόσμος άρχισε να σκέφτεται διαφορετικά για το όχημα εκείνο που μέχρι τότε είχε συνδέσει με τις στρατιωτικές επιχειρήσεις. Σε αυτό συνέβαλλε κατά πολύ και το γεγονός ότι όσοι επέστρεφαν από τον πόλεμο είχαν γνωρίσει επί τω έργω το τζιπ και ήταν πρόθυμοι να το εμπιστευθούν και στην πολιτική τους ζωή.

Το επόμενο μοντέλο CJ ήρθε το 1953 και αυτό ήταν το CJ-3B. Ήταν το πρώτο πολιτικό μοντέλο που είχε σημαντικές διαφορές από το αντίστοιχο στρατιωτικό, έδειχνε δηλαδή ότι είχε μελετηθεί και σχεδιαστεί από την αρχή. Ήταν ψηλότερο, διέθετε κουκούλα και ένα νέο κινητήρα, τον περίφημο τετρακύλινδρο Hurricane F-Head (από το σχήμα της κυλινδροκεφαλής που έμοιαζε με το λατινικό γράμμα F). Αν και ο νέος κινητήρας είχε τον ίδιο όγκο με τον προκάτοχό του, τον "Go Devil", ο Hurricane είχε βελτιωμένο σύστημα βαλβίδων. Το CJ-3B συνέχισε να παράγεται μέχρι το 1968 και συνολικά πουλήθηκαν 155,494 αυτοκίνητα.

Το 1953 η εταιρεία Willys-Overland πουλήθηκε στον κύριο Henry J. Kaiser έναντι 60 εκ. Δολαρίων. Στα 16 χρόνια που ακολούθησαν δημιουργήθηκαν εργοστάσια παραγωγής σε 30 χώρες και τα τζιπ πουλιόντουσαν σε περισσότερες από 150 χώρες σε όλο τον κόσμο, κάνοντας το τζιπ ένα διεθνές σήμα κατατεθέν που έχει επικρατήσει μέχρι σήμερα, σε σημείο μάλιστα που να χαρακτηρίζονται όλα τα εκτός δρόμου αυτοκίνητα ως “τζιπ”.

Η εταιρεία του Kaiser το 1955 έβγαλε στην αγορά το μοντέλο CJ-5, το οποίο μάλιστα λόγω της μεγάλης του επιτυχίας συνέχισε να παράγεται μέχρι τη δεκαετία του 80. Ήταν λίγο μεγαλύτερο από το CJ-3B αλλά πολύ διαφορετικό από αυτό. Είχε εξελιγμένο κινητήρα, νέο σύστημα μετάδοσης, αλλά κυρίως πιο προσεγμένους εσωτερικούς χώρους, καθιστώντας το ουσιαστικά το πρώτο αυτοκίνητο εκτός δρόμου περισσότερο για ψυχαγωγία παρά για δουλειά. Επίσης σημασία είχε δοθεί και στην εξωτερική εμφάνιση του αυτοκινήτου, αφού πια απευθυνόταν όχι μόνο στους επαγγελματίες αλλά και στο ευρύ κοινό.

Το φθινόπωρο του 1965 εμφανίστηκε και η πιο “άγρια” έκδοση του V-6 κινητήρα η οποία τοποθετούνταν κατ’ επιλογήν στα μοντέλα CJ-5 αλλά και στο νέο, μακρύτερο CJ-6. Ο νέος αυτός κινητήρας των 155 ίππων ήταν σχεδόν διπλάσιος σε ισχύ από τον προκάτοχό του τετρακύλινδρο Hurricane. Ήταν η πρώτη φορά που τοποθετήθηκε εξακύλινδρος κινητήρας σε τζιπ, αλλά έμελλε να είναι μόνο η αρχή μιας νέας φιλοσοφίας.

Το 1970, μετά από δύο δεκαετίες επέκτασης και διεθνούς αναγνώρισης, η εταιρεία Kaiser Jeep αγοράστηκε από την Αμέρικαν Μότορς (American Motors Corporation). Η πρώτη τους κίνηση στρατηγικής σημασίας ήταν να διαχωρίσουν την παραγωγή στρατιωτικών οχημάτων από τα πολιτικά Η κίνηση αυτή αποδείχτηκε καθοριστική καθώς η ζήτηση των αυτοκινήτων 4x4 αύξανε ολοένα και περισσότερο. Το 1978 η παραγωγή έφτανε τα 600 οχήματα την ημέρα, αριθμός τριπλάσιος από αυτόν του 1970. Η εταιρεία προώθησε τα τζιπ και μαζί την ιδέα της ψυχαγωγίας εκτός δρόμου με σωστό μάρκετινγκ σε συνδυασμό πάντα με την υψηλή ποιότητα κατασκευής.

Ο κινητήρας που “φορούσαν” τώρα πια τα τζιπ ήταν ο V8 της Αμέρικαν Μότορς (AMC). Τα μοντέλα CJ-5 και CJ-6 βελτιώθηκαν ακόμη περισσότερο, έγιναν πιο ανθεκτικά, με καλύτερη οδική συμπεριφορά και νέο σλόγκαν: “Αν δεν μπορείς να πας εκεί που θέλεις με ένα τζιπ, τότε δεν μπορείς να πας καθόλου”.

Το 1976 η Αμερική γιόρταζε τα 200σιοστά γενέθλιά της ενώ το τζιπ τα 35α του. Εκείνη τη χρονιά η Αμέρικαν Μότορς διέθεσε στην αγορά την 17η γενιά του πολιτικού τζιπ, το CJ-7. Για πρώτη φορά το μοντέλο αυτό είχε σαν έξτρα σκληρή πλαστική οροφή και σιδερένιες πόρτες. Το μοντέλο αυτό καθώς και το CJ-5 κατασκευάζονταν μέχρι το 1983, όπου η ζήτηση για το CJ-7 ήταν τόση που ανάγκασε την Αμέρικαν Μότορς να σταματήσει την παραγωγή του CJ-5 και να αφοσιωθεί στην παραγωγή του τόσο επιτυχημένου CJ-7 και του Scrambler, ενός ελαφρού ημιφορτηγού που έγινε γνωστό διεθνώς και ως CJ-8.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Προσαρμοσμένη αναζήτηση